Η Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού δημιουργήθηκε λόγω της εμφάνισης και του έργου του Παντοδύναμου Θεού, της Δευτέρας Παρουσίας του Ιησού Χριστού, του Χριστού των εσχάτων ημερών. Ιδρύθηκε εξ ολοκλήρου προσωπικά από τον Παντοδύναμο Θεό, και σίγουρα δεν δημιουργήθηκε από κανέναν άνθρωπο. Το ποίμνιο του Θεού ακούει τη φωνή Του. Μέσα από τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού αναγνωρίζουμε ότι όλα τα λόγια που εκφράζει ο Παντοδύναμος Θεός είναι η αλήθεια κι η φωνή του Θεού.

菜单栏

ΑΡΧΙΚΗ

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Μέσα στις κακουχίες, η αγάπη του Θεού είναι μαζί μου

Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού
Μέσα στις κακουχίες, η αγάπη του Θεού είναι μαζί μου

Από τη Λι Λινγκ, επαρχία Χενάν

Ονομάζομαι Λι Λινγκ, και φέτος έγινα 76 ετών. Πίστεψα στον Κύριο Ιησού το 1978, αφού ασθένησα και, κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, έλαβα πολλή από τη χάρη Του. Τούτο μού έδωσε πραγματική έμπνευση να εργαστώ με ενθουσιασμό για τον Κύριο· πήγα παντού, κηρύσσοντας και κάνοντας γνωστό το ευαγγέλιο, αλλά και φιλοξενώντας αδελφούς και αδελφές στο σπίτι μου. Η εκκλησία μας πολύ γρήγορα μεγάλωσε και το εκκλησίασμα έφτασε να απαριθμεί πάνω από 2.000 ανθρώπους· ως εκ τούτου, λίγο αργότερα η κυβέρνηση του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος άρχισε να μας καταπιέζει.
Σε μια προσπάθεια να με αποτρέψει από την άσκηση της πίστης μου και τη διάδοση του ευαγγελίου, η αστυνομία ήρθε και έψαξε το σπίτι μου αρκετές φορές και, όποτε έρχονταν, έπαιρναν μαζί τους οτιδήποτε αξίας και όποιο αντικείμενο ήταν δυνατόν να μεταφερθεί – ακόμη και τις λάμπες. Επιπλέον, συνελήφθην από αστυνομικούς του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας (ΓΔΑ) και κρατήθηκα πάνω από δώδεκα φορές. Το 1996, αποδέχτηκα το έργο των εσχάτων ημερών του Παντοδύναμου Θεού, και δύο χρόνια αργότερα υπέστην εκ νέου σύλληψη και δίωξη από την κυβέρνηση του ΚΚΚ, αλλά αυτή τη φορά ήταν ακόμα πιο τρελό. Έμαθα από πρώτο χέρι πόσο απίστευτα δύσκολο ήταν να εναποθέτει κάποιος την πίστη του στον Θεό σε μια αθεϊστική χώρα όπως η Κίνα. Παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, εγώ μπορούσα ακόμα να αισθάνομαι τη σωτηρία και την αγάπη του Θεού για εμένα.

Μια νύχτα του Μαΐου του 1998, λίγο μετά τις 2:00 π.μ., με ξύπνησε από βαθύ ύπνο ο ήχος από απανωτά χτυπήματα στην πόρτα μου. Δεν μπόρεσα να μην ταραχτώ, και σκέφτηκα: «Μάλλον είναι η αστυνομία! Έχω εδώ πέντε αδελφούς και αδελφές που ήρθαν από άλλα μέρη για να διαδώσουν το ευαγγέλιο. Πώς να τους προστατεύσω;» Ήμουν πανικόβλητη. Προτού προλάβω να φτάσω στην πόρτα, η αστυνομία την άνοιξε με μια κλωτσιά, που ακούστηκε σαν βροντή. Ο επικεφαλής του Τμήματος Πολιτικής Ασφάλειας του ΓΔΑ, με το όπλο ανά χείρας, και πάνω από δώδεκα αστυνομικοί με ράβδους ηλεκτροσόκ όρμησαν μέσα με επιθετικές διαθέσεις. Με το που διέσχισε το κατώφλι, ένας αστυνομικός στράφηκε προς το μέρος μου, με κλώτσησε άγρια και φώναξε: «Τι διάολο; Έχεις ακόμα το θράσος να πιστεύεις στον Θεό έπειτα από τόσες συλλήψεις; Θυμήσου τα λόγια μου: θα φροντίσω να χάσεις όλα όσα έχεις και να καταστραφεί η οικογένειά σου!» Οι κακοί αστυνομικοί άρχισαν να φωνάζουν μέσα στα υπνοδωμάτια. «Αστυνομία! Σηκωθείτε τώρα!» Χωρίς καν να περιμένουν τους αδελφούς και τις αδελφές να ντυθούν, μας πέρασαν χειροπέδες ανά ζεύγη, μας έψαξαν και πήραν και ένα δαχτυλίδι που φορούσα. Στη συνέχεια, άρχισαν να κάνουν φύλλο και φτερό όλο το σπίτι, ψάχνοντας ακόμα και στα βάζα μου με το αλεύρι και σκορπίζοντάς το σε όλο το πάτωμα. Πετούσαν πράγματα σε όλο το πάτωμα. Κατέληξαν να αρπάξουν έντεκα μαγνητόφωνα, μια τηλεόραση, έναν ανεμιστήρα, μια γραφομηχανή και πάνω από 200 βιβλία με τα λόγια του Θεού. Παραβίασαν ακόμα και τα συρτάρια του γιου μου και έκλεψαν πάνω από χίλια γιουάν, που ήταν ο μισθός που μόλις είχε πληρωθεί. Την ώρα που οι δώδεκα περίπου αστυνομικοί επρόκειτο να μας πάρουν όλους στο τμήμα, ο γιος μου επέστρεψε στο σπίτι από τη δουλειά. Όταν είδε ότι οι μισθοί του είχαν κλαπεί, έτρεξε στους αστυνομικούς και ζήτησε τα χρήματά του πίσω. Ένας από τους αστυνομικούς είπε πονηρά: «Θα τα ελέγξουμε στο τμήμα, κι αν είναι δικά σου, θα σου τα ξαναδώσουμε». Αντ’ αυτού, το ίδιο βράδυ ήρθαν να συλλάβουν τον γιο μου για το έγκλημα της «παρεμπόδισης επίσημης επιχείρησης». Ευτυχώς, είχε προλάβει να κρυφτεί, διαφορετικά θα τον είχαν συλλάβει και αυτόν.

Η αστυνομία μετέφερε τα κατασχεθέντα βιβλία και άλλα αντικείμενα στο τμήμα και, στη συνέχεια, μας μετέφεραν και τους έξι στο Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας της Κομητείας το ίδιο βράδυ, όπου μας έθεσαν υπό κράτηση τον καθένα χωριστά. Καθισμένη εκεί, μου ήταν αδύνατον να παραμείνω ήρεμη για πολλή ώρα. Συλλογιζόμουν τη σύλληψή μου το 1987· η αστυνομία με είχε κακοποιήσει σωματικά και λεκτικά και, πρακτικά, με είχαν βασανίσει μέχρι θανάτου. Είδα, επίσης, με τα ίδια μου τα μάτια έναν νεαρό, 20 περίπου ετών, να ξυλοκοπείται μέχρι θανάτου από τους αστυνομικούς σε λιγότερο από δύο ώρες, και μια γυναίκα είπε ότι, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, την είχαν βιάσει εναλλάξ δύο αστυνομικοί. Ακόμα, οι αστυνομικοί κάθιζαν τους ανθρώπους στον «πάγκο του τίγρη», τους έκαιγαν με σίδερο για συγκολλήσεις και, με ράβδους ηλεκτροσόκ, προκαλούσαν ηλεκτροπληξία στις γλώσσες τους, σε σημείο να μην υπάρχει πια αίμα. Χρησιμοποιούσαν κάθε λογής άθλιες, τερατώδεις τακτικές για να βασανίζουν τους ανθρώπους – είναι το απόλυτο αίσχος. Κατά τη διάρκεια των δώδεκα περίπου συλλήψεών μου, υπήρξα προσωπικά μάρτυρας, αλλά και βίωσα προσωπικά αυτά τα σκληρά και ανελέητα βασανιστήρια εκ μέρους της αστυνομίας. Είναι ικανοί για οποιαδήποτε κτηνωδία. Ευρισκόμενη για άλλη μια φορά σε αυτήν την «πύλη της κολάσεως» και ακούγοντας τους αστυνομικούς να λένε ότι θα με «έγδερναν ζωντανή», ένοιωσα τρομοκρατημένη. Είχαν πάρει πολλά πράγματα από το σπίτι μου εκείνη την ημέρα, και είχαν συλλάβει και αρκετούς άλλους αδελφούς και αδελφές. Δεν υπήρχε περίπτωση να με αφήσουν εύκολα. Κι έτσι προσευχήθηκα στον Θεό μέσα στην καρδιά μου. «Θεέ μου! Ξέρω ότι Εσύ επέτρεψες να πέσουμε σήμερα στα χέρια της αστυνομίας. Αισθάνομαι πολύ αδύναμη, επειδή όλοι τους είναι δαίμονες που δεν έχουν καμία απολύτως ανθρωπιά, και γι’ αυτό Σε ικετεύω να μου δώσεις θάρρος και σοφία και να με εφοδιάσεις με τα σωστά λόγια να πω. Είμαι πρόθυμη να καταθέσω μαρτυρία για Εσένα – δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση να γίνω Ιούδας και να Σε προδώσω! Επιπλέον ελπίζω να προστατέψεις τους άλλους που συνελήφθησαν, ώστε να καταφέρουν να παραμείνουν αμετακίνητοι μέσα από αυτήν την κατάσταση. Θεέ μου, Εσύ είσαι ο Βασιλιάς ολόκληρου του σύμπαντος, και όλα τα γεγονότα, όλα τα πράγματα υπόκεινται στη δική Σου διακυβέρνηση και τις διευθετήσεις. Πιστεύω ακράδαντα ότι, όσο κατορθώνω να στηρίζομαι αληθινά σε Εσένα, Εσύ σίγουρα θα μας οδηγήσεις να νικήσουμε την επιρροή του σκότους του Σατανά». Καθώς προσευχόμουν, ο Θεός με διαφώτισε, φέρνοντας στον νου μου τα εξής δικά Του λόγια: «Η υπερβατική ζωή του Χριστού έχει ήδη εμφανιστεί· δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα. Ο Σατανάς βρίσκεται κάτω από τα πόδια μας και ο χρόνος τους είναι μετρημένος. […] Πάνω απ’ όλα, να είσαι πιστός σ’ Εμένα, να κινείσαι εμπρός με γενναιότητα· είμαι ο ισχυρός βράχος σου· βασίσου πάνω Μου!» («Κεφάλαιο 10» του «Ομιλίες του Χριστού στην αρχή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Τα λόγια του Θεού με γέμισαν πίστη. Πράγματι, ο Θεός είναι παντοδύναμος και ο Σατανάς πάντα θα νικιέται στα χέρια του Θεού. Χωρίς τη συναίνεση του Θεού, δεν μπορεί να αγγίξει ούτε τρίχα από το κεφάλι μου. Αναλογίστηκα το πόσες φορές είχα συλληφθεί από την κυβέρνηση του ΚΚΚ από τότε που πίστεψα· δεν είχα βγει νικήτρια ξανά και ξανά από τις προκλήσεις αυτές υπό την προστασία του Θεού; Σκέφτηκα επίσης τον προφήτη Δανιήλ, ο οποίος, μαζί με τρεις φίλους του, παγιδεύτηκαν από κακούς ανθρώπους, ρίχτηκαν στον λάκκο των λεόντων αλλά και σε κάμινο φωτιάς, απλώς και μόνον επειδή υποστήριζαν το όνομα του Ιεχωβά και λάτρευαν τον Ιεχωβά Θεό. Ωστόσο, είχαν την προστασία του Θεού και βγήκαν αλώβητοι. Καθώς συλλογιζόμουν σοβαρά όλα τούτα, γέμισα ξαφνικά με θάρρος και ένοιωσα γεμάτη δύναμη. Ήξερα ότι, όπως κι αν με καταπίεζε ή με έβλαπτε ο Σατανάς, με τον Θεό ως ισχυρή οπισθοφυλακή, δεν είχα τίποτα να φοβηθώ. Ήμουν πρόθυμη να βασιστώ στην πίστη μου και να συνεργαστώ με τον Θεό, να καταθέσω μαρτυρία για τον Θεό ενώπιον του Σατανά.

Η αστυνομία άρχισε να με ανακρίνει το επόμενο πρωί. Ένας αστυνομικός, που με είχε ανακρίνει σε αρκετές προηγούμενες περιπτώσεις, με αγριοκοίταξε, έδωσε μια δυνατή στο τραπέζι και γαύγισε: «Πάλι εσύ, παλιόγρια. Έπεσες πάλι στα χέρια μου. Αν αυτή τη φορά δεν ξεράσεις όσα ξέρεις, την έβαψες! Μίλα! Από πού είναι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που έμεναν σπίτι σου; Ποιος είναι ο επικεφαλής της εκκλησίας; Από πού ήρθαν αυτά τα βιβλία; Σε ποιον ανήκει η γραφομηχανή;» Δεν μπορούσα παρά να αρχίσω να νοιώθω νευρικότητα· ο συγκεκριμένος αστυνομικός ήταν πολύ μοχθηρός και αυταρχικός, και δεν θα δίσταζε να ξυλοκοπήσει κάποιον μέχρι θανάτου. Χαμήλωσα δειλά το κεφάλι και δεν έβγαλα κιχ, ενώ όλη την ώρα προσευχόμουν σιωπηλά στον Θεό να φυλάει την καρδιά μου. Βλέποντας ότι δεν μιλούσα, ο αστυνομικός άρχισε να με εξυβρίζει, φωνάζοντας. «Δεν υπάρχει λόγος να απειλείς ένα ψόφιο γουρούνι με καυτό νερό, γριά-γκιόσα!» Όρμησε προς το μέρος μου ουρλιάζοντας, και μου κατάφερε μια από αέρος κλωτσιά στο στέρνο. Πετάχτηκα αρκετά μέτρα πίσω και τσακίστηκα στο πάτωμα με την πλάτη. Πόναγα τόσο πολύ, που μου είχε κοπεί η ανάσα. Απρόθυμος να με αφήσει, όρμησε και, τραβολογώντας με από τα ρούχα για να με σηκώσει, είπε: «Ηλίθια παλιόγρια! Δεν θα σε αφήσω να πεθάνεις σήμερα, αλλά θα σιγουρευτώ ότι η ζωή σου δεν θα αξίζει δεκάρα. Θα ζήσεις μια ζωή βουτηγμένη στον πόνο!» Λέγοντας αυτό, μου έριξε με το τέιζερ του· βλέποντάς το να εκπέμπει μπλε φως, ένοιωσα πραγματικό φόβο. Σιωπηλά, προσευχήθηκα ξανά και ξανά στον Θεό, και τότε μου ήρθαν στο μυαλό κάποια από τα λόγια Του: «Πρέπει να τα υπομείνεις όλα, πρέπει να εγκαταλείψεις όλα όσα έχεις και να κάνεις ό,τι μπορείς για να Με ακολουθήσεις· να πληρώσεις κάθε τίμημα για Μένα. Αυτή είναι η ώρα που θα σε δοκιμάσω· θα Μου προσφέρεις την αφοσίωσή σου; Θα Με ακολουθήσεις μέχρι το τέλος του δρόμου με αφοσίωση; Μη φοβάσαι· με την υποστήριξή Μου, ποιος θα μπορούσε ποτέ να κλείσει τον δρόμο; Να το θυμάσαι αυτό! Να θυμάσαι! Καθετί συμβαίνει χάρη στην καλή Μου πρόθεση και τα πάντα βρίσκονται υπό την επιτήρησή Μου. Μπορεί η κάθε λέξη και ενέργειά σου να ακολουθεί τον λόγο Μου; Όταν σε πλήξουν οι δοκιμασίες της φωτιάς, θα γονατίσεις και θα φωνάξεις; Ή θα δειλιάσεις, ανίκανος να κινηθείς εμπρός;» («Κεφάλαιο 10» του «Ομιλίες του Χριστού στην αρχή» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Μέσα από τα λόγια του Θεού, όχι μόνο αισθάνθηκα δυνατή και εμψυχωμένη, αλλά απέκτησα και κατανόηση του θελήματός Του. Η δοκιμασία στην οποία υποβαλλόμουν ήταν μια ευκαιρία για τον Θεό να με ελέγξει. Εκείνος ο αστυνομικός βασάνιζε το σώμα μου σε μια προσπάθεια να με καταφέρει να προδώσω τον Θεό, αλλά το θέλημα του Θεού ήταν να προσφέρω την αφοσίωση και την αγάπη μου σε Αυτόν. Εκείνος εναπόθετε πάνω μου τις ελπίδες Του, οπότε δεν μπορούσα να ενδώσω έτσι απλά στη σάρκα και να υποκύψω στις δυνάμεις του Σατανά. Ήξερα ότι έπρεπε να σταθώ αποφασιστικά στην πλευρά του Θεού και να γίνω απόλυτη μάρτυρας για Αυτόν. Ο αξιωματικός με χτυπούσε άγρια με τη ράβδο του, και το ηλεκτρικό ρεύμα με διέτρεχε κατά κύματα, αναγκάζοντας το σώμα μου να ακινητοποιηθεί και να μαζευτεί σαν μπάλα. Ενώ μου έριχνε με το τέιζερ, φώναζε: «Μίλα! Αν δεν μιλήσεις, θα σου ρίξω με το τέιζερ μέχρι θανάτου!» Έσφιξα τα δόντια μου και δεν έβγαλα λέξη. Βλέποντάς το, αυτός τρελάθηκε από τη λύσσα του. Εκείνη τη στιγμή, μισούσα αυτόν τον ανισόρροπο δαίμονα με όλο μου το είναι. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό· το να πιστεύει κάποιος σε Αυτόν και να Τον λατρεύει είναι αναμφισβήτητα ορθό και πρέπον, αλλά το ΚΚΚ αντιστέκεται λυσσαλέα στον Θεό, καταπιέζοντας και διώκοντας κτηνωδώς τους πιστούς, χωρίς να δείχνει έλεος ούτε καν σε εμένα, μια ηλικιωμένη 60χρονη γυναίκα. Ήθελαν να προκαλέσουν ακόμα και τον θάνατό μου! Όσο περισσότερο με πονούσαν αυτοί, τόσο εγώ έσφιγγα τα δόντια μου με μίσος και ορκιζόμουν μέσα μου: Θα καταθέσω μαρτυρία για τον Θεό, ακόμα κι αν είναι να πεθάνω. Δεν θα γίνω προδότρια που βιώνει μια επαίσχυντη ύπαρξη, δίνοντας τροφή στις χλευαστικές γκριμάτσες του Σατανά. Ο αστυνομικός εξαντλήθηκε από το να με ξυλοκοπά και να μου ουρλιάζει, οπότε, βλέποντας ότι συνέχιζα να μη λέω τίποτα, ένας από τους αξιωματικούς επιχείρησε να με καλοπιάσει: «Είσαι ήδη πολύ μεγάλη – προς τι όλο αυτό; Πες μας απλώς αυτά που θέλουμε να μάθουμε, ποιος σου έδωσε αυτά τα πράγματα και πού ζουν οι άνθρωποι εκείνοι, και θα σε πάμε σπίτι». Ο Θεός με διαφώτισε να καταλάβω την απάτη του Σατανά, οπότε και πάλι δεν είπα τίποτα. Βλέποντας ότι δεν επρόκειτο να ανοίξω το στόμα μου, εκείνος έγινε ξαφνικά εχθρικός και άρχισε να με απειλεί. «Αν πεις την αλήθεια, δεν θα φας τόσο σοβαρή ποινή, διαφορετικά, θα σε μεταχειριστούμε πιο σκληρά. Αν δεν μιλήσεις, θα φας 12 χρόνια και θα περάσεις στη φυλακή το υπόλοιπο της ζωής σου!» Ακούγοντάς τον να λέει ότι θα φάω 12 χρόνια, το κεφάλι μου άρχισε να βουίζει και σκέφτηκα: «Η φυσική μου κατάσταση είναι τόσο κακή, που δεν θα άντεχα ούτε έναν χρόνο, πόσω μάλλον 12. Ίσως καταλήξω να πεθάνω στη φυλακή». Η σκέψη να περάσω τις υπόλοιπες μέρες μου σε μια ζοφερή, ανήλιαγη φυλακή, μου προκάλεσε απίστευτη θλίψη. Θα ήμουν ικανή να αντέξω χωρίς τη ζωή της εκκλησίας και την τροφή από τα λόγια του Θεού; Νοιώθοντας χαμένη, προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό. Εκείνος αμέσως με διαφώτισε, ωθώντας με να σκεφτώ τα εξής δικά Του λόγια: «Από όσα συμβαίνουν στο σύμπαν, δεν υπάρχει τίποτα στο οποίο δεν έχω τον τελικό λόγο. Υπάρχει κάτι που δεν βρίσκεται στα χέρια Μου;» («Κεφάλαιο 1» του «Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν» στο βιβλίο «Ο Λόγος Ενσαρκώνεται»). Πράγματι! Η μοίρα των ανθρώπων βρίσκεται στα χέρια του Θεού, και όλα τα γεγονότα και όλα τα πράγματα υπόκεινται στη δική Του διακυβέρνηση και τις διευθετήσεις. Κάθε λόγος του Θεού είναι προσταγή, χωρίς εξαιρέσεις· αν ο Θεός δεν επιτρέψει να πάω στη φυλακή, η αστυνομία δεν μπορεί να κάνει τίποτα, αλλά αν Εκείνος το επιτρέψει, τότε θα υποταχθώ και θα πάω στη φυλακή χωρίς διαμαρτυρίες. Ο Πέτρος ήταν ικανός να υποτάσσεται στην κρίση και το παίδεμα του Θεού, σε δοκιμασίες και δεινά. Ο ίδιος δεν είχε επιλογή, και παρέδωσε ολοκληρωτικά τον εαυτό του στον Θεό, υπακούοντας στις διευθετήσεις Του. Στο τέλος σταυρώθηκε ανάποδα για τον Θεό – υπάκουσε ως τον θάνατο και έγινε πρωτοστάτης της αγάπης για τον Θεό. Ήξερα ότι εκείνη τη μέρα έπρεπε να διδαχθώ από το παράδειγμα του Πέτρου και να εναποθέσω εαυτόν στα χέρια του Θεού. Ακόμη κι αν τούτο σήμαινε ισόβια δεσμά, εγώ και πάλι έπρεπε να υποταχθώ στον Θεό. Τελικά, η αστυνομία με έστειλε σε κέντρο κράτησης.

Στο κέντρο κράτησης, ένοιωθα λες και ήμουν σε επίγεια κόλαση. Τα κελιά δεν είχαν παράθυρα ούτε ηλεκτρικό φως, και περισσότεροι από 20 άνθρωποι ήταν στριμωγμένοι σε κελιά περίπου 10 τετραγωνικών μέτρων. Έπρεπε να τρώμε, να πίνουμε και να κάνουμε την ανάγκη μας αποκλειστικά μέσα στο κελί. Το πάτωμα ήταν διάσπαρτο από μικρές λιμνούλες με νερό, και υπήρχαν μερικές ανοιγμένες ψάθες, αλλά όχι κουβέρτες ή σεντόνια. Ήμασταν όλοι υποχρεωμένοι να κοιμόμαστε πάνω σε αυτές τις λιμνούλες. Είχαμε για τουαλέτα έναν κουβά στη γωνία, και παντού πετούσαν κουνούπια και μύγες. Η δυσωδία ήταν τόσο έντονη, που σχεδόν αδυνατούσα να αναπνεύσω· όλοι πάλευαν για τον χώρο κοντά στη σιδερένια πύλη, ώστε να παίρνουν λίγο αέρα μέσα από το μικρότερο των 30 εκατοστών άνοιγμα. Έκανε πολλή ζέστη το καλοκαίρι, και υπήρχαν τόσο πολλοί άνθρωποι στριμωγμένοι σ’ εκείνο το μικροσκοπικό κελί, ώστε πολλοί κρατούμενοι κυκλοφορούσαν εντελώς γυμνοί. Μεταξύ των φυλακισμένων συχνά ξεσπούσαν καβγάδες για ασήμαντα πράγματα, και συνεχώς χυδαιολογούσαν. Τα καθημερινά μας γεύματα αποτελούνταν από μισομαγειρεμένη αλευρόσουπα με λεπτό φιδέ, και βραστά λαχανικά χωρίς λάδι ή αλάτι. Γλίτσα ήταν μόνιμα κολλημένη στον πάτο του μπολ, και όλοι οι κρατούμενοι είχαν διάρροια. Μια μέρα, κατά τη διάρκεια του παρουσιολογίου, την ώρα που ήμασταν έξω για λίγο φρέσκο αέρα, άθελά μου είπα λανθασμένο αριθμό κρατουμένου. Ο σωφρονιστικός υπάλληλος έγινε έξαλλος, και φώναξε: «Κοίτα τα χάλια σου! Και πιστεύεις και στον Θεό!» Στη συνέχεια, πήρε το δερμάτινο παπούτσι του και με χτύπησε καταπρόσωπο δέκα φορές, αφήνοντας το πρόσωπό μου μελανιασμένο. Αλλά και όλοι οι συγκρατούμενοί μου βρήκαν εξαιτίας μου τον μπελά τους, και όλοι τους δέχτηκαν από δέκα χτυπήματα. Και τα δικά τους πρόσωπα ήταν μελανιασμένα· σκέπαζαν τα πρόσωπά τους και έκλαιγαν από τον πόνο. Από τότε, ο σωφρονιστικός υπάλληλος με ανάγκαζε να πλένω τις στολές και τα πουκάμισά τους, καθώς και τα στρωσίδια. Ένας από τους ανώτερους φρουρούς διηύθυνε έναν ξενώνα από το σπίτι του, κι έφερνε όλα τα κλινοσκεπάσματα για να τα πλένω, και μετά, όταν ήταν πια καθαρά, έπρεπε να τα μπαλώνω όλα στο χέρι. Στο τέλος κάθε ημέρας ήμουν τόσο απόλυτα εξαντλημένη, που ολόκληρο το σώμα μου ήταν πιασμένο και πονούσε· ένοιωθα πραγματικά ότι κατέρρεα. Μέσα σε λίγες μόλις μέρες τα χέρια μου πρήστηκαν. Τις φορές που στ’ αλήθεια δεν άντεχα άλλο και ξεκουραζόμουν για λίγο, ο σωφρονιστικός υπάλληλος με επέπληττε βάναυσα, οπότε δεν είχα άλλη επιλογή από το να συνεχίσω να δουλεύω, κλαίγοντας. Όταν ερχόταν η ώρα να ξεκουραστώ τη νύχτα, παρόλο που και νύσταζα και ήμουν σωματικά κουρασμένη, μου ήταν αδύνατον να κοιμηθώ καλά. Τα χέρια μου ήταν πιασμένα και πονούσαν, και η πλάτη μου πονούσε τόσο πολύ, που δεν μπορούσα να ισιώσω το σώμα μου. Αλλά και τα πόδια μου ήταν μουδιασμένα. Ακόμα και σήμερα, σηκώνω τα χέρια μου μόνο κατά σαράντα ή πενήντα μοίρες – δεν μπορώ καν να τα κρατήσω τεντωμένα. Επειδή δούλευα τόσο σκληρά χωρίς να διατρέφομαι επαρκώς, ανέπτυξα σοβαρά γαστρεντερικά προβλήματα, που μου προκαλούσαν συχνές διάρροιες. Εκτός αυτού, τα τραύματα από τα χτυπήματα των κακών εκείνων αστυνομικών δεν είχαν επουλωθεί ποτέ εντελώς. Η υγεία μου χειροτέρευε συνεχώς. Αργότερα, παρουσίασα επίμονο χαμηλό πυρετό, και οι δεσμοφύλακες αρνήθηκαν να μου επιτρέψουν θεραπεία. Χωρίς να το θέλω, λύγισα και σκεφτόμουν: «Στην ηλικία μου, αν συνεχιστεί κι άλλο αυτό το μαρτύριο, δεν θ’ αργήσω να πεθάνω εδώ μέσα». Μια αίσθηση απόγνωσης και ανημποριάς ξεπήδησε μέσα στην καρδιά μου και, μέσα στην οδύνη μου, προσευχήθηκα στον Θεό. «Θεέ μου, είμαι πραγματικά αδύναμη τώρα, και δεν γνωρίζω ποιο είναι το θέλημά Σου. Θεέ μου, καθοδήγησέ με Σε παρακαλώ, ώστε, μέσα από αυτό, να καταφέρω να καταθέσω μαρτυρία για Εσένα και να Σε ικανοποιήσω». Έκανα ξανά και ξανά έκκληση στον Θεό από την καρδιά μου και, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, ο Θεός με διαφώτισε, φέρνοντας στο μυαλό μου έναν ύμνο από τα λόγια Του. Μουρμούρισα ήσυχα τον ύμνο: «Ο Θεός έχει ενσαρκωθεί αυτήν τη φορά για να πραγματοποιήσει ένα τέτοιο έργο, για να φέρει εις πέρας το έργο που πρέπει να ολοκληρώσει, να οδηγήσει αυτήν την εποχή στο τέλος της, να κρίνει αυτήν την εποχή, να σώσει τους βαθιά αμαρτωλούς από τον ωκεανό των δεινών και να τους μεταμορφώσει πλήρως. Πόσες άγρυπνες νύχτες πέρασε ο Θεός, λόγω του έργου για την ανθρωπότητα. Από τα πιο υψηλά σημεία μέχρι τα πιο μεγάλα βάθη, Εκείνος κατέβηκε στην ζωντανή κόλαση όπου ζει ο άνθρωπος, προκειμένου να περάσει τις ημέρες Του με τον άνθρωπο. Ποτέ Του δεν παραπονέθηκε για την αθλιότητα ανάμεσα στους ανθρώπων, ποτέ Του δεν τους επέκρινε για την ανυπακοή τους, παρά υπομένει μέγιστο εξευτελισμό, την ώρα που φέρει ο ίδιος εις πέρας το έργο Του. Πώς θα μπορούσε ο Θεός να ανήκει στην κόλαση; Πώς θα μπορούσε να περάσει τη ζωή Του στην κόλαση; Όμως, για χάρη όλη της ανθρωπότητας, ώστε όλη η ανθρωπότητα να βρει πιο σύντομα ανάπαυση, Εκείνος υπέμενε τον εξευτελισμό και την αδικία για να έρθει στη γη και εισήλθε ο ίδιος στην “κόλαση” και στον “Άδη”, μέσα στο στόμα του λύκου, για να σώσει τον άνθρωπο» («Κάθε στάδιο του έργου του Θεού είναι για χάρη της ζωής του ανθρώπου» στο βιβλίο «Ακολουθήστε τον Αμνό και τραγουδήστε νέα τραγούδια»). Καθώς σιγομουρμούριζα ξανά και ξανά, δάκρυα έτρεχαν συνεχώς στο πρόσωπό μου, και σκεπτόμουν ότι ο Θεός είναι υπέρτατος, κι όμως ταπείνωσε δυο φορές τον εαυτό Του για να ενσαρκωθεί, υπομένοντας ατελείωτα μαρτύρια και ταπείνωση προκειμένου να σώσει την ανθρωπότητα. Όχι μόνο υπέστη την αντίσταση και καταδίκη της διεφθαρμένης ανθρωπότητας, αλλά υπέστη και την καταπίεση και καταδίωξη εκ μέρους του ΚΚΚ. Ο Θεός είναι αναμάρτητος και τα πάθη Του λαμβάνουν χώρα ώστε η ανθρωπότητα να μπορεί να διαγάγει στο μέλλον καλό και ευτυχισμένο βίο. Ο πόνος και η ταπείνωση που υπέμεινε ήταν τεράστια, αλλά ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτό ούτε παραπονέθηκε σε κανέναν. Ο πόνος που βίωνα ήταν η ευλογία του Θεού σε εμένα, και πίσω από όλα αυτά βρισκόταν το θέλημά Του. Αυτό γινόταν ώστε να μπορέσω να διακρίνω την κακή ουσία εκείνων των δαιμόνων και, εν συνεχεία, να επαναστατήσω εναντίον του Σατανά, να ξεφύγω από τη σκοτεινή επιρροή του και να επιτύχω ολοκληρωτική σωτηρία. Ωστόσο, καθώς είχα καταστεί αρνητική και αδύναμη έπειτα από λίγη μόνο ταλαιπωρία, δεν είχα κατανοήσει τις καλές προθέσεις του Θεού. Συγκρίνοντας τούτο με την αγάπη του Θεού, κατάλαβα ότι ήμουν απίστευτα εγωίστρια και ανυπότακτη. Έτσι, πήρα την εξής απόφαση: όσο οδυνηρά ή σκληρά κι αν γίνονταν τα πράγματα, εγώ θα ικανοποιούσα τον Θεό και ποτέ ξανά δεν θα έκανα κάτι για να Τον πληγώσω. Ορκίστηκα στη ζωή μου ότι θα κατέθετα μαρτυρία για τον Θεό. Μόλις υποτάχθηκα, είδα τις πράξεις του Θεού. Μετά τη φυλάκισή μου από την αστυνομία, ο Θεός εξύψωσε την αδερφή μου, που δεν ήταν πιστή, να πληρώσει στην αστυνομία πρόστιμο 16.000 γιουάν, καθώς και άλλα 1.000 γιουάν για τη στέγαση και τη σίτισή μου, και με ελευθέρωσαν.

Αν και υπέμεινα σωματικά μαρτύρια κατά τη διάρκεια των τριών μηνών μου στη φυλακή, είχα δει το αληθινό πρόσωπο της αγέλης των δαιμόνων του ΚΚΚ και την αντίστασή τους στον Θεό. Οι πολλαπλές συλλήψεις από την κυβέρνηση του ΚΚΚ μού έδωσαν, επίσης, κάποια πρακτική κατανόηση του έργου του Θεού, της παντοδυναμίας και της σοφίας Του, αλλά και της αγάπης Του. Κατάλαβα ότι ο Θεός με προσέχει και με προστατεύει συνεχώς, και ποτέ δεν φεύγει από το πλευρό μου, ούτε για μια στιγμή. Όταν υποβαλλόμουν σε κάθε είδους βασανιστήρια από εκείνους τους δαίμονες και σπάραζα, τα λόγια του Θεού με καθοδήγησαν ξανά και ξανά να θριαμβεύσω επί της ζημίας και του ολέθρου του Σατανά, δίνοντάς μου την πίστη και το θάρρος να νικήσω την επιρροή του σκότους. Τότε που ήμουν αδύναμη και ανήμπορη, τα λόγια του Θεού ήταν που αμέσως με διαφώτισαν και με καθοδήγησαν, ενεργώντας για εμένα ως αληθινός πυλώνας και συνοδεύοντάς με μέσα από κάθε αφόρητη μέρα. Το γεγονός ότι πέρασα τέτοια καταπίεση και κακουχίες μού επέτρεψε να αποκτήσω έναν θησαυρό ζωής, που είναι αδύνατον να αποκτηθεί σε καιρούς ειρήνης και άνεσης. Μέσα από την εμπειρία αυτή, η αποφασιστικότητα στην πίστη μου έχει ενισχυθεί, και ό,τι αθλιότητες κι αν αντιμετωπίσω στο μέλλον, εγώ θα επιδιώκω την αλήθεια και τη ζωή. Δίνω την καρδιά μου στον Θεό, επειδή Εκείνος είναι ο Κύριος της δημιουργίας και ο ένας και μοναδικός μου Σωτήρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου