Η Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού δημιουργήθηκε λόγω της εμφάνισης και του έργου του Παντοδύναμου Θεού, της Δευτέρας Παρουσίας του Ιησού Χριστού, του Χριστού των εσχάτων ημερών. Ιδρύθηκε εξ ολοκλήρου προσωπικά από τον Παντοδύναμο Θεό, και σίγουρα δεν δημιουργήθηκε από κανέναν άνθρωπο. Το ποίμνιο του Θεού ακούει τη φωνή Του. Μέσα από τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού αναγνωρίζουμε ότι όλα τα λόγια που εκφράζει ο Παντοδύναμος Θεός είναι η αλήθεια κι η φωνή του Θεού.

菜单栏

ΑΡΧΙΚΗ

Σάββατο 20 Απριλίου 2019

Το έργο την Εποχή του Νόμου

Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού
Ο λόγος του Θεού Το έργο την Εποχή του Νόμου
Το έργο που έκανε ο Ιεχωβά στους Ισραηλίτες γνωστοποίησε στην ανθρωπότητα τον γήινο τόπο προέλευσης του Θεού, που ήταν επίσης το άγιος μέρος όπου Εκείνος παρουσιάστηκε. Περιόρισε το έργο Του στους ανθρώπους του Ισραήλ. Αρχικά, δεν έκανε έργο εκτός του Ισραήλ. Αντίθετα, διάλεξε έναν λαό που έκρινε κατάλληλο για να περιορίσει το εύρος του έργου Του. Το Ισραήλ ήταν το μέρος όπου ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα κι από το χώμα του τόπου εκείνου ο Ιεχωβά έφτιαξε τον άνθρωπο.

Το μέρος εκείνο έγινε η βάση του έργου Του στη γη. Οι Ισραηλίτες, που ήταν οι απόγονοι του Νώε και επίσης οι απόγονοι του Αδάμ, ήταν το ανθρώπινο θεμέλιο του έργου του Ιεχωβά στη γη.
Τον καιρό εκείνο, η σημασία, ο σκοπός και τα στάδια του έργου του Ιεχωβά στον Ισραήλ ήταν για να αρχίσει το έργο Του σε ολόκληρη τη γη, το οποίο, παίρνοντας τον Ισραήλ ως πυρήνα του, σταδιακά εξαπλώθηκε στα έθνη. Αυτή είναι η αρχή, σύμφωνα με την οποία εργάζεται στο σύμπαν – να εδραιώσει ένα μοντέλο και στη συνέχεια να το διευρύνει μέχρι όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη να δεχθούν το ευαγγέλιό Του. Οι πρώτοι Ισραηλίτες ήταν οι απόγονοι του Νώε. Οι άνθρωποι αυτοί ευλογήθηκαν μόνο με την πνοή του Ιεχωβά και κατανοούσαν αρκετά για να φροντίσουν τις βασικές ανάγκες της ζωής, αλλά δεν γνώριζαν τι είδους Θεός ήταν ο Ιεχωβά ή το θέλημά Του για τον άνθρωπο, πόσο μάλλον πώς έπρεπε να έχουν φόβο Θεού για τον Κύριο όλης της δημιουργίας. Όσο για το αν υπήρχαν κανόνες και νόμοι προς τήρηση και αν υπήρχε έργο που τα δημιουργημένα όντα έπρεπε να κάνουν για τον Δημιουργό: οι απόγονοι του Αδάμ δεν γνώριζαν τίποτα από αυτά. Το μόνο που ήξεραν ήταν ότι ο σύζυγος θα έπρεπε να ιδρώνει και να εργάζεται σκληρά για να προμηθεύει για την οικογένειά του και ότι η γυναίκα θα έπρεπε να υποτάσσεται στον άντρα της και να διαιωνίζουν το ανθρώπινο γένος που ο Ιεχωβά δημιούργησε. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί, που είχαν μόνο την πνοή του Ιεχωβά και την ζωή Του, δεν ήξεραν τίποτα για το πώς να ακολουθήσουν τους νόμους του Θεού ή πώς να ικανοποιήσουν τον Κύριο όλης της δημιουργίας. Κατανοούσαν πάρα πολύ λίγα. Οπότε, ακόμη κι αν δεν υπήρχε τίποτα διεφθαρμένο ή απατηλό στις καρδιές τους και η ζήλεια και οι διαμάχες σπάνια υπήρχαν μεταξύ τους, παρόλα αυτά δεν είχαν καμία γνώση ή κατανόηση του Ιεχωβά, του Κυρίου όλης της δημιουργίας. Οι πρόγονοι του ανθρώπου γνώριζαν μόνο πώς να τρώνε και να απολαμβάνουν τα αγαθά του Ιεχωβά, αλλά δεν γνώριζαν πώς να έχουν φόβο Θεού για τον Ιεχωβά. Δεν γνώριζαν ότι ο Ιεχωβά είναι ο Ένας που θα έπρεπε να λατρεύουν με όλη τους την ψυχή. Οπότε, πώς μπορούσαν να ονομάζονται πλάσματά Του; Αν ήταν έτσι, τι γίνεται με τα λόγια, «Ο Ιεχωβά είναι ο Κύριος όλης της δημιουργίας» και «Εκείνος δημιούργησε τον άνθρωπο για να Τον φανερώνει, να Τον δοξάζει και να Τον αντιπροσωπεύει»· δεν θα ήταν τα λόγια αυτά μάταια; Πώς θα μπορούσαν άνθρωποι που δεν έχουν σεβασμό για τον Ιεχωβά να γίνουν μαρτυρία για την δόξα Του; Πώς θα μπορούσαν να γίνουν εκδήλωση της δόξας Του; Δεν θα ήταν τότε τα λόγια του Ιεχωβά, «Δημιούργησα τον άνθρωπο κατ’ εικόνα Μου», όπλο στα χέρια του Σατανά, του πονηρού; Δεν θα γίνονταν τα λόγια αυτά ένα σημάδι ταπείνωσης στη δημιουργία του ανθρώπου από τον Ιεχωβά; Για να ολοκληρωθεί το στάδιο αυτό του έργου, ο Ιεχωβά, μετά που δημιούργησε την ανθρωπότητα, δεν τους δίδαξε ή τους καθοδήγησε από την εποχή του Αδάμ έως την εποχή του Νώε. Αντίθετα, μόνο μετά που ο κατακλυσμός κατέστρεψε τον κόσμο ξεκίνησε επίσημα να καθοδηγεί τους Ισραηλίτες, που ήταν οι απόγονοι του Νώε και, επίσης, του Αδάμ. Το έργο και τα λόγια Του στον Ισραήλ έδωσαν καθοδήγηση σε όλους τους ανθρώπους του Ισραήλ, καθώς ζούσαν τη ζωή τους σε όλη τη γη του Ισραήλ και, μ’ αυτόν τον τρόπο, έδειξαν στην ανθρωπότητα ότι ο Ιεχωβά δεν ήταν ικανός μόνο να δώσει πνοή στον άνθρωπο για να έχει ζωή από Εκείνον και να αναβαθμιστεί από χώμα σε ένα δημιουργημένο ανθρώπινο ον, αλλά θα μπορούσε επίσης να κάψει την ανθρωπότητα και να καταραστεί την ανθρωπότητα και να χρησιμοποιήσει το ραβδί Του για να κυβερνήσει την ανθρωπότητα. Έτσι, είδαν επίσης ότι ο Ιεχωβά μπορούσε να καθοδηγήσει την ζωή του ανθρώπου στη γη και να μιλήσει και να κάνει έργο στην ανθρωπότητα σύμφωνα με τις ώρες της ημέρας και της νύχτας. Έκανε το έργο μόνο για να γνωρίσουν τα πλάσματά Του ότι ο άνθρωπος προήλθε από χώμα που Εκείνος πήρε στο χέρι Του και, επιπλέον, ότι ο άνθρωπος έχει φτιαχτεί από Εκείνον. Όχι μόνο αυτό, αλλά το έργο που ξεκίνησε στον Ισραήλ είχε το σκοπό άλλοι άνθρωποι και έθνη (που, ουσιαστικά, δεν ήταν ξεχωριστά από τον Ισραήλ, αλλά αντίθετα είχαν πάρει διαφορετικό δρόμο από τους Ισραηλίτες, ωστόσο ήταν απόγονοι του Αδάμ και της Εύας) να λάβουν το ευαγγέλιο του Ιεχωβά από τον Ισραήλ, ώστε όλα τα δημιουργημένα όντα στο σύμπαν να μπορούν να έχουν φόβο Θεού για τον Ιεχωβά και να Τον θεωρούν σημαντικό. Αν δεν είχε ξεκινήσει ο Ιεχωβά το έργο στον Ισραήλ, αλλά αντίθετα, μετά που δημιούργησε την ανθρωπότητα, τους άφηνε να ζουν ξένοιαστη ζωή στη γη, στην περίπτωση εκείνη, χάρη στη σωματική φύση του ανθρώπου (φύση σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να γνωρίζει πράγματα τα οποία δεν μπορεί να δει, δηλαδή δεν θα γνώριζε ότι ήταν ο Ιεχωβά που δημιούργησε την ανθρωπότητα, και ακόμη λιγότερο, γιατί το έκανε), δεν θα γνώριζαν ότι ήταν ο Ιεχωβά που δημιούργησε την ανθρωπότητα ή ότι Εκείνος είναι ο Κύριος όλης της δημιουργίας. Αν ο Ιεχωβά δημιουργούσε τον άνθρωπο και τον έβαζε στη γη, και απλώς καθάριζε τα χέρια Του από το χώμα και έφευγε, αντί να παραμένει στην ανθρωπότητα δίνοντάς τους καθοδήγηση για μια χρονική περίοδο, τότε όλη η ανθρωπότητα θα επέστρεφε στο τίποτα. Ακόμη κι ο ουρανός και η γη και όλα τα μυριάδες πράγματα που Εκείνος έφτιαξε και όλη η ανθρωπότητα θα επέστρεφαν στο τίποτα και, επιπλέον, θα είχαν ήδη ποδοπατηθεί από τον Σατανά. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η επιθυμία του Ιεχωβά «Στη γη, δηλαδή στο μέσο της δημιουργίας Του, να έχει ένα μέρος να σταθεί, ένα άγιο μέρος» θα είχε γκρεμιστεί. Και επομένως, μετά που δημιούργησε την ανθρωπότητα, το γεγονός ότι μπορούσε να παραμείνει μεταξύ τους για να τους καθοδηγεί στην ζωή τους και να μιλά σ’ αυτούς βρισκόμενος ανάμεσά τους, όλο αυτό ήταν για να πραγματοποιήσει την επιθυμία Του και να επιτύχει το σχέδιό Του. Το έργο που έκανε στον Ισραήλ είχε σκοπό μόνο να εκτελέσει το σχέδιο που είχε ορίσει πριν την δημιουργία όλων των πραγμάτων και γι’ αυτό, το έργο Του πρώτα μεταξύ των Ισραηλιτών και η δημιουργία όλων των πραγμάτων από Εκείνον δεν ήταν αντίθετα μεταξύ τους, αλλά ήταν και τα δύο για χάρη της διαχείρισής Του, του έργου Του και της δόξας Του και επίσης, για να εμβαθύνει το νόημα της δημιουργίας της ανθρωπότητας από Εκείνον. Καθοδήγησε τη ζωή της ανθρωπότητας στη γη για δύο χιλιάδες χρόνια μετά τον Νώε, κατά την διάρκεια των οποίων δίδαξε στην ανθρωπότητα να κατανοεί πώς να έχει φόβο Θεού για τον Ιεχωβά, τον Κύριο όλης της δημιουργίας, πώς να διάγει την ζωή της και πώς να συνεχίσει να ζει και, πιο πολύ απ’ όλα, πώς να δρα ως μάρτυρας για τον Ιεχωβά, να Τον υπακούει και να Του δείχνει σεβασμό, ακόμη και να Τον λατρεύει με μουσική όπως έκαναν ο Δαβίδ και οι ιερείς του.

Πριν από τα δύο χιλιάδες χρόνια, κατά τα οποία ο Ιεχωβά έκανε το έργο Του, ο άνθρωπος δεν γνώριζε τίποτα, και σχεδόν ολόκληρη η ανθρωπότητα είχε εξαχρειωθεί, πριν την καταστροφή του κόσμου από τον κατακλυσμό, φτάνοντας σε τέτοιο βαθμό ανηθικότητας και διαφθοράς, που οι καρδιές τους ήταν άδειες από τον Ιεχωβά και ακόμη πιο άδειες από την οδό Του. Ποτέ δεν κατανόησαν το έργο που ο Ιεχωβά θα έκανε. Τους έλειπε η λογική, ακόμα περισσότερο η γνώση και, σαν μηχανή που αναπνέει, ήταν πλήρως αδαείς όσον αφορά τον άνθρωπο, τον Θεό, τον κόσμο, την ζωή και τα συναφή. Στη γη, έμπλεκαν με πολλούς πειρασμούς, όπως το φίδι, και έλεγαν πολλά πράγματα που ήταν προσβλητικά για τον Ιεχωβά, αλλά επειδή ήταν αδαείς, ο Ιεχωβά δεν τους παίδευσε ούτε τους πειθάρχησε. Μόνο μετά τον κατακλυσμό, όταν ο Νώε ήταν 601 ετών, εμφανίστηκε επίσημα ο Ιεχωβά στον Νώε και καθοδήγησε εκείνον και την οικογένειά του, οδηγώντας πουλιά και ζώα που είχαν επιβιώσει από τον κατακλυσμό μαζί με τον Νώε και τους απογόνους του μέχρι το τέλος της Εποχής του Νόμου, σε όλα τα 2500 χρόνια. Έκανε έργο στον Ισραήλ, δηλαδή επίσημο έργο, για συνολικά 2000 χρόνια, και έργο ταυτόχρονα με τον Ισραήλ και έξω από αυτόν για 500 χρόνια· σύνολο 2500 χρόνια. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, δίδαξε τους Ισραηλίτες ότι για να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά, θα έπρεπε να χτίσουν ένα ναό, να βάλουν ιερατικά άμφια και να περπατούν ξυπόλυτοι στον ναό την αυγή, μην τυχόν και τα παπούτσια τους σπιλώσουν τον ναό και φωτιά σταλεί επάνω τους από την κορυφή του ναού και τους κατακάψει. Έφεραν σε πέρας τα καθήκοντά τους και υποτάχθηκαν στα σχέδια του Ιεχωβά. Προσεύχονταν στον Ιεχωβά στον ναό και μετά που έλαβαν την αποκάλυψη του Ιεχωβά, δηλαδή μετά που ο Ιεχωβά μίλησε, οδήγησαν τα πλήθη και τους δίδαξαν ότι πρέπει να δείχνουν σεβασμό στον Ιεχωβά – τον Θεό τους. Και ο Ιεχωβά τους είπε ότι θα έπρεπε να χτίσουν έναν ναό και ένα θυσιαστήριο και στην στιγμή που όρισε ο Ιεχωβά, δηλαδή το εβραϊκό Πάσχα, θα έπρεπε να ετοιμάσουν νεογέννητα μοσχάρια και πρόβατα για να τα βάλουν στο θυσιαστήριο ως θυσίες για να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά, για να τους συγκρατήσει και να βάλει σεβασμό για τον Ιεχωβά στις καρδιές τους. Η υπακοή σ’ αυτόν τον νόμο έγινε το μέτρο της αφοσίωσης τους στον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά επίσης όρισε την ημέρα του Σαββάτου γι’ αυτούς, την έβδομη ημέρα της δημιουργίας Του. Την ημέρα μετά το Σάββατο, έφτιαξε την πρώτη ημέρα, μία ημέρα για εκείνους για να δοξάζουν τον Ιεχωβά, να Του προσφέρουν θυσίες και να συνθέτουν μουσική γι’ Αυτόν. Την ημέρα εκείνη, ο Ιεχωβά κάλεσε όλους τους ιερείς για να χωρίσουν τις θυσίες στο θυσιαστήριο προκειμένου να φάνε οι άνθρωποι και να απολαύσουν τις θυσίες στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά. Και ο Ιεχωβά είπε ότι ήταν ευλογημένοι, ότι μοιράζονταν μία μερίδα μαζί Του και ότι ήταν ο εκλεκτός λαός Του (αυτή ήταν η διαθήκη του Ιεχωβά με τους Ισραηλίτες). Γι’ αυτό τον λόγο, μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι του Ισραήλ λένε ακόμη ότι ο Ιεχωβά είναι μόνο δικός τους Θεός και όχι ο Θεός των άλλων ανθρώπων.

Κατά την διάρκεια της Εποχής του Νόμου, ο Ιεχωβά έδωσε πολλές εντολές για να παραδώσει ο Μωυσής στους Ισραηλίτες που τον ακολουθούσαν έξω από την Αίγυπτο. Οι εντολές αυτές δόθηκαν από τον Ιεχωβά στους Ισραηλίτες και δεν είχαν καμία σχέση με τους Αιγύπτιους· είχαν σκοπό να συγκρατήσουν τους Ισραηλίτες. Χρησιμοποίησε τις εντολές για να θέσει αξιώσεις από αυτούς. Αν τηρούσαν το Σάββατο, αν σέβονταν τους γονείς τους, αν προσκυνούσαν είδωλα και ούτω καθεξής: αυτές ήταν οι αρχές με τις οποίες κρινόταν αν ήταν αμαρτωλοί ή δίκαιοι. Μεταξύ αυτών, υπήρχαν κάποιοι που επλήγησαν από την φωτιά του Ιεχωβά, κάποιοι που λιθοβολήθηκαν μέχρι θανάτου και κάποιοι που έλαβαν την ευλογία του Ιεχωβά, και αυτό καθοριζόταν ανάλογα με το αν υπάκουαν στις εντολές αυτές ή όχι. Όσοι δεν τηρούσαν το Σάββατο, θα λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου. Όσοι ιερείς δεν τηρούσαν το Σάββατο, θα έπεφτε πάνω τους η φωτιά του Ιεχωβά. Όσοι δεν έδειχναν σεβασμό στους γονείς τους, επίσης θα λιθοβολούνταν μέχρι θανάτου. Όλες αυτές οι εντολές παραδόθηκαν από τον Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά έκανε γνωστές τις εντολές Του και τους νόμους Του, ώστε, καθώς τους οδηγούσε στη ζωή τους, οι άνθρωποι θα άκουγαν και θα υπάκουαν στον λόγο Του και δεν θα επαναστατούσαν εναντίον Του. Χρησιμοποίησε τους νόμους αυτούς για να κρατήσει το νεογέννητο ανθρώπινο γένος υπό έλεγχο, για να θέσει το θεμέλιο για το μελλοντικό Του έργο. Κι έτσι, βάσει του έργου που έκανε ο Ιεχωβά, η πρώτη εποχή ονομάστηκε η Εποχή του Νόμου. Παρόλο που ο Ιεχωβά εξέφρασε τόσα πολλά λόγια και έκανε τόσο μεγάλο έργο, καθοδήγησε μονάχα τους ανθρώπους θετικά, διδάσκοντας στους αδαείς αυτούς ανθρώπους πώς να είναι άνθρωποι, πώς να ζουν, πώς να κατανοούν την οδό του Ιεχωβά. Κατά ένα μεγάλο μέρος, το έργο που έκανε ήταν να προκαλέσει τους ανθρώπους να τηρήσουν την οδό Του και να ακολουθήσουν τους νόμους Του. Το έργο έγινε σε ανθρώπους που ήταν ελαφρώς διεφθαρμένοι. Δεν επεκτάθηκε τόσο ώστε να μεταμορφώσει τη φύση τους ή την πρόοδό τους στη ζωή. Ασχολιόταν μόνο με την χρήση νόμων για να συγκρατήσει και να ελέγξει τους ανθρώπους. Για τους Ισραηλίτες την εποχή εκείνη, ο Ιεχωβά ήταν απλώς ένας Θεός στον ναό, ένας Θεός στους ουρανούς. Ήταν μία στήλη νεφέλης, μία στήλη φωτιάς. Εκείνο που ζητούσε ο Ιεχωβά από αυτούς να κάνουν ήταν να υπακούσουν σε αυτό που οι άνθρωποι σήμερα γνωρίζουν ως νόμοι και εντολές – κάποιος θα μπορούσε να πει κανόνες – διότι όσα έκανε ο Ιεχωβά δεν είχαν σκοπό να τους μεταμορφώσουν, αλλά να τους δώσουν περισσότερα πράγματα απ’ όσα θα έπρεπε ο άνθρωπος να έχει, να τους διδάξουν από το ίδιο Του το στόμα, γιατί μετά τη δημιουργία του, ο άνθρωπος δεν είχε τίποτα από όσα θα έπρεπε να κατέχει. Κι έτσι, ο Ιεχωβά έδωσε στους ανθρώπους όσα έπρεπε να κατέχουν για τη ζωή τους στη γη, κάνοντας τους ανθρώπους που είχε οδηγήσει να ξεπεράσουν τους προγόνους τους, τον Αδάμ και την Εύα, γιατί όσα τους έδωσε ο Ιεχωβά ξεπερνούσαν όσα είχε δώσει στον Αδάμ και την Εύα στην αρχή. Ανεξάρτητα απ’ αυτό, το έργο που έκανε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ ήταν μόνο για να καθοδηγήσει την ανθρωπότητα και να κάνει την ανθρωπότητα να αναγνωρίσει τον Δημιουργό της. Δεν τους κατέκτησε ούτε τους μεταμόρφωσε, απλώς τους καθοδήγησε. Αυτό είναι το σύνολο του έργου του Ιεχωβά την Εποχή του Νόμου. Είναι το υπόβαθρο, η πραγματική ιστορία, η ουσία του έργου Του σε όλη τη χώρα του Ισραήλ και η αρχή του έργου Του των έξι χιλιάδων ετών – να κρατήσει την ανθρωπότητα υπό τον έλεγχο του Ιεχωβά. Απ’ αυτό, δημιουργήθηκε περισσότερο έργο στο σχέδιο διαχείρισής Του των έξι χιλιάδων ετών.

Πηγή από: Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου