Η Εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού δημιουργήθηκε λόγω της εμφάνισης και του έργου του Παντοδύναμου Θεού, της Δευτέρας Παρουσίας του Ιησού Χριστού, του Χριστού των εσχάτων ημερών. Ιδρύθηκε εξ ολοκλήρου προσωπικά από τον Παντοδύναμο Θεό, και σίγουρα δεν δημιουργήθηκε από κανέναν άνθρωπο. Το ποίμνιο του Θεού ακούει τη φωνή Του. Μέσα από τα λόγια του Παντοδύναμου Θεού αναγνωρίζουμε ότι όλα τα λόγια που εκφράζει ο Παντοδύναμος Θεός είναι η αλήθεια κι η φωνή του Θεού.

菜单栏

ΑΡΧΙΚΗ

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2018

Η βασική διαφορά μεταξύ του ενσαρκωμένου Θεού και των ανθρώπων που χρησιμοποιεί ο Θεός

Παντοδύναμος Θεός

Για πολλά χρόνια, το Πνεύμα του Θεού βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση, καθώς εργάζεται πάνω στη γη. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, ο Θεός έχει χρησιμοποιήσει τόσους πολλούς ανθρώπους για να επιτελέσει το έργο Του. Ωστόσο, το Πνεύμα του Θεού δεν έχει ακόμα κατάλληλο χώρο ανάπαυσης. Έτσι, ο Θεός συνεχίζει το έργο Του, καθώς μετακινείται αδιάκοπα σε διαφορετικούς ανθρώπους και γενικά χρησιμοποιεί ανθρώπους για να το επιτελέσει. Δηλαδή, όλα αυτά τα πολλά χρόνια, το έργο του Θεού δεν έχει σταματήσει ποτέ, αλλά συνεχίζει να μεταφέρεται στον άνθρωπο, σε όλη τη διαδρομή μέχρι σήμερα. Αν και ο Θεός έχει πει τόσα πολλά και έχει κάνει τόσα πολλά, ο άνθρωπος ακόμα δεν γνωρίζει τον Θεό, επειδή ο Θεός δεν εμφανίστηκε ποτέ στον άνθρωπο και επειδή δεν έχει απτή μορφή.
Και έτσι, ο Θεός πρέπει να ολοκληρώσει αυτό το έργο, αναγκάζοντας όλους τους ανθρώπους να γνωρίσουν την πρακτική σημασία του πρακτικού Θεού. Για να επιτύχει αυτόν τον σκοπό, ο Θεός πρέπει να αποκαλύψει το Πνεύμα Του απτά στους ανθρώπους και να επιτελέσει το έργο Του ανάμεσά τους. Δηλαδή, μόνο όταν το Πνεύμα του Θεού παίρνει φυσική μορφή, βάζει σάρκα και οστά και εμφανώς περπατά ανάμεσα στους ανθρώπους, συνοδεύοντας τους στη ζωή τους, μερικές φορές παρουσιάζοντας και μερικές φορές κρύβοντας τον εαυτό Του, μόνο τότε οι άνθρωποι είναι σε θέση να καταλήξουν σε βαθύτερη κατανόησή Του. Εάν ο Θεός παρέμενε μόνο στη σάρκα, δεν θα ήταν σε θέση να ολοκληρώσει πλήρως το έργο Του. Αφού εργαστεί στη σάρκα για μια χρονική περίοδο, εκπληρώνοντας τη διακονία που πρέπει να γίνει στη σάρκα, ο Θεός θα αφήσει τη σάρκα και θα εργαστεί στο πνευματικό βασίλειο με την εικόνα της σάρκας, ακριβώς όπως ο Ιησούς το έπραξε, αφότου είχε εργαστεί για μια χρονική περίοδο υπό την κανονική ανθρώπινη φύση και είχε ολοκληρώσει όλο το έργο που έπρεπε να ολοκληρώσει. Εσείς μπορεί να θυμάστε αυτό το απόσπασμα από το «Το μονοπάτι ... (5)»: «Θυμάμαι τον Πατέρα Μου να Μου λέει: “Στη γη, να κάνεις μόνο το θέλημα του Πατρός Σου και να ολοκληρώσεις την αποστολή Του. Τίποτα άλλο δεν Σε αφορά”». Τι βλέπεις σε αυτό το χωρίο; Όταν ο Θεός έρχεται στη γη, κάνει μόνο το έργο Του υπό την θεϊκή φύση. Αυτό το έργο έχει εμπιστευτεί το ουράνιο Πνεύμα στον ενσαρκωμένο Θεό. Όταν έρχεται, πηγαίνει μόνο και μιλά παντού, για να δώσει φωνή στις ομιλίες Του με διαφορετικές μεθόδους και από διαφορετικές οπτικές. Η παροχή και η διδασκαλία του ανθρώπου είναι κυρίως ο στόχος και η αρχή του έργου Tου και δεν Τον απασχολούν θέματα όπως οι διαπροσωπικές σχέσεις ή οι λεπτομέρειες της ζωής των ανθρώπων. Η βασική διακονία Του είναι να μιλήσει εκ μέρους του Πνεύματος. Όταν το Πνεύμα του Θεού εμφανίζεται απτά στη σάρκα, φροντίζει για τη ζωή του ανθρώπου και αποκαλύπτει την αλήθεια. Δεν εμπλέκεται στο έργο του ανθρώπου, δηλαδή δεν συμμετέχει στο έργο της ανθρώπινης φύσης. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιτελέσουν θείο έργο και ο Θεός δεν συμμετέχει στο ανθρώπινο έργο. Όλα αυτά τα χρόνια, από τότε που ο Θεός ήρθε σε αυτή τη γη για να επιτελέσει το έργο Του, το έκανε πάντα μέσα από ανθρώπους. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ενσαρκωμένος Θεός, μόνο ως άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό. Ο σημερινός Θεός, όμως, μπορεί να μιλήσει άμεσα από την οπτική γωνία της θεϊκής φύσης, να εκφράσει την φωνή του Πνεύματος και να εργαστεί για λογαριασμό Του. Όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που ο Θεός έχει χρησιμοποιήσει καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων αποτελούν παρόμοιες περιπτώσεις μ’ εκείνες που το Πνεύμα του Θεού εργάστηκε μέσα σ’ ένα σαρκικό σώμα, έτσι λοιπόν, γιατί δεν μπορούν να ονομαστούν Θεός; Αλλά ο σημερινός Θεός είναι επίσης το Πνεύμα του Θεού που εργάζεται άμεσα στη σάρκα, και ο Ιησούς επίσης ήταν το Πνεύμα του Θεού που εργαζόταν στη σάρκα. Και οι δύο αυτοί ονομάζονται Θεός. Ποια είναι, επομένως, η διαφορά; Κατά τη διάρκεια των αιώνων, οι άνθρωποι που ο Θεός έχει χρησιμοποιήσει είναι όλοι ικανοί για κανονική σκέψη και λογική. Όλοι γνωρίζουν τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Έχουν κανονικές ανθρώπινες ιδέες και είναι εξοπλισμένοι με όλα όσα θα πρέπει να έχουν οι απλοί άνθρωποι. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν εξαιρετικό ταλέντο και έμφυτη νοημοσύνη. Δουλεύοντας επάνω σε αυτούς τους ανθρώπους, το Πνεύμα του Θεού αξιοποιεί τα ταλέντα τους, με τα οποία τους προίκισε ο Θεός. Το Πνεύμα του Θεού χρησιμοποιεί τα ταλέντα τους, θέτοντας τα δυνατά τους σημεία στην υπηρεσία του Θεού. Ωστόσο, η ουσία του Θεού είναι απαλλαγμένη από ιδέες και σκέψεις, ανόθευτη από τις ανθρώπινες προθέσεις και, επιπλέον, της λείπουν τα εφόδια που διαθέτουν οι κανονικοί άνθρωποι. Δηλαδή, Εκείνος δεν είναι καν εξοικειωμένος με τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο σημερινός Θεός έρχεται στη γη. Το έργο Του και τα λόγια Του είναι ανόθευτα από ανθρώπινες προθέσεις ή ανθρώπινη σκέψη, αλλά είναι μια άμεση εκδήλωση των προθέσεων του Πνεύματος, και εργάζεται άμεσα για λογαριασμό του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι το Πνεύμα έρχεται να εργαστεί, χωρίς να αναμείξει ούτε κατ’ ελάχιστον τις προθέσεις του ανθρώπου. Δηλαδή, ο ενσαρκωμένος Θεός ενσωματώνει άμεσα τη θεϊκή φύση, δεν διαθέτει ανθρώπινη σκέψη ή ιδέες και δεν έχει κατανοήσει τις αρχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Εάν εργαζόταν μόνο η θεϊκή φύση (δηλαδή αν εργαζόταν μόνο ο ίδιος ο Θεός), δεν θα υπήρχε τρόπος να εκτελεστεί το έργο του Θεού στη γη. Έτσι, όταν ο Θεός έρχεται στη γη, πρέπει να έχει έναν μικρό αριθμό ανθρώπων που χρησιμοποιεί για να εργάζεται υπό την ανθρώπινη φύση σε συνδυασμό με το έργο που επιτελεί ο Θεός υπό τη θεϊκή φύση. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιεί ανθρώπινο έργο για να υποστηρίξει το θεϊκό έργο Του. Διαφορετικά, δεν θα υπήρχε τρόπος για τον άνθρωπο να έρθει σε άμεση επαφή με το θεϊκό έργο. Αυτό συνέβη και ανάμεσα στον Ιησού και τους μαθητές Του. Κατά την παραμονή Του στον κόσμο, ο Ιησούς κατήργησε τους παλαιούς νόμους και καθιέρωσε νέες εντολές. Εξέφερε επίσης πολλούς λόγους. Όλο αυτό το έργο επιτελέστηκε υπό τη θεϊκή φύση. Όλοι οι άλλοι, όπως ο Πέτρος, ο Παύλος και ο Ιωάννης, στήριξαν το μεταγενέστερο έργο τους στο θεμέλιο των λόγων του Ιησού. Δηλαδή, ο Θεός ξεκίνησε το έργο Του σε εκείνη την εποχή, αναγγέλλοντας την έναρξη της Εποχής της Χάριτος. Δηλαδή, έφερε μια νέα εποχή, καταργώντας το παλιό και εκπληρώνοντας επίσης τα λόγια «ο Θεός είναι η Αρχή και το Τέλος». Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος πρέπει να επιτελέσει ανθρώπινο έργο στο θεμέλιο του θείου έργου. Αφού ο Ιησούς είπε ό,τι έπρεπε να πει και τελείωσε το έργο Του στη γη, έφυγε από τον άνθρωπο. Μετά από αυτό, όλοι οι άνθρωποι έπρατταν σύμφωνα με τις αρχές που εξέφρασαν τα λόγια Του και έκαναν πράξη τις αλήθειες για τις οποίες μίλησε. Αυτοί ήταν όλοι άνθρωποι που εργάζονταν για τον Ιησού. Εάν ο Ιησούς επιτελούσε το έργο μόνος, ανεξάρτητα από το πόσους λόγους εξέφερε, οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε επαφή με τα λόγια Του, επειδή θα εργαζόταν υπό την θεϊκή φύση και θα μπορούσε να μιλήσει μόνο με λόγια της θεϊκής φύσης και δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τα πράγματα έτσι ώστε οι απλοί άνθρωποι να μπορέσουν να κατανοήσουν τα λόγια Του. Και έτσι, έπρεπε να έχει τους αποστόλους και τους προφήτες που ήρθαν μετά από Αυτόν να συμπληρώσουν το έργο Του. Αυτή είναι η αρχή του τρόπου με τον οποίο ο ενσαρκωμένος Θεός επιτελεί το έργο Του: χρησιμοποιεί την ενσάρκωση για να μιλήσει και να εργαστεί ώστε να ολοκληρώσει το έργο της θεϊκής φύσης και στη συνέχεια, χρησιμοποιεί λίγους ή ίσως περισσότερους ανθρώπους που επιθυμεί η καρδιά του Θεού για να συμπληρώσουν το έργο Του. Δηλαδή, ο Θεός χρησιμοποιεί ανθρώπους που επιθυμεί η καρδιά Του για να εκτελέσουν το έργο της καθοδήγησης και του ποτίσματος στην ανθρώπινη φύση, έτσι ώστε όλοι οι άνθρωποι να μπορούν να αποκτήσουν την αλήθεια.

Εάν, εισερχόμενος στη σάρκα, ο Θεός έκανε μόνο το έργο της θεϊκής φύσης χωρίς επιπλέον να έχει λίγους ανθρώπους που επιθυμεί η καρδιά Του να δουλεύουν σε συνεργασία μαζί Του, τότε δεν θα υπήρχε κανένας τρόπος για τον άνθρωπο να καταλάβει το θέλημα του Θεού ή να έρθει σε επαφή με τον Θεό. Ο Θεός πρέπει να χρησιμοποιεί κανονικούς ανθρώπους που επιθυμεί η καρδιά Του για να ολοκληρώσει αυτό το έργο, να προσέχει και να καθοδηγεί τις εκκλησίες, να φτάσει στο επίπεδο που οι γνωστικές διεργασίες του ανθρώπου, ο εγκέφαλός του, θα είναι ικανός να φαντάζεται. Με άλλα λόγια, ο Θεός χρησιμοποιεί έναν μικρό αριθμό πιστών ανθρώπων για να «μεταφράσει» το έργο που επιτελεί υπό την θεϊκή φύση Του, ώστε να μπορεί να αποκωδικοποιηθεί, δηλαδή να μετατρέψει τη θεϊκή γλώσσα σε ανθρώπινη γλώσσα, κάνοντας έτσι τους ανθρώπους να μπορούν όλοι να την κατανοήσουν, όλοι να την καταλάβουν. Εάν ο Θεός δεν το έκανε αυτό, κανείς δεν θα καταλάβαινε τη θεϊκή γλώσσα του Θεού, επειδή οι άνθρωποι που επιθυμεί η καρδιά του Θεού είναι, τελικά, μια μικρή μειονότητα και η αντιληπτική ικανότητα του ανθρώπου είναι αδύναμη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Θεός επιλέγει αυτή τη μέθοδο μόνο όταν εργάζεται ενσαρκωμένος. Εάν υπήρχε μόνο θεϊκό έργο, δεν θα υπήρχε κανένας τρόπος για τον άνθρωπο να γνωρίζει ή να έρχεται σε επαφή με τον Θεό, επειδή ο άνθρωπος δεν κατανοεί τη γλώσσα του Θεού. Ο άνθρωπος είναι σε θέση να κατανοήσει αυτή τη γλώσσα μόνο με τη μεσολάβηση των ανθρώπων που επιθυμεί η καρδιά του Θεού, οι οποίοι διευκρινίζουν τα λόγια Του. Ωστόσο, εάν υπήρχαν μόνο τέτοιοι άνθρωποι που εργάζονταν μέσα στην ανθρώπινη φύση, αυτό θα μπορούσε να διατηρήσει μόνο την κανονική ζωή του ανθρώπου· δεν θα μπορούσε να μεταμορφώσει την διάθεσή του. Το έργο του Θεού δεν θα μπορούσε τότε να έχει ένα νέο σημείο εκκίνησης· θα υπήρχαν μόνο τα ίδια παλιά τραγούδια, οι ίδιες παλιές κοινοτυπίες. Μόνο μέσω της παρέμβασης του ενσαρκωμένου Θεού, ο οποίος λέει όλα όσα πρέπει να πει και κάνει ό,τι πρέπει να κάνει κατά την περίοδο της ενσάρκωσής Του, μετά την οποία οι άνθρωποι εργάζονται και βιώνουν σύμφωνα με τα λόγια Του, μόνο έτσι η διάθεσή τους στη ζωή θα είναι σε θέση να αλλάξει και εκείνοι θα είναι σε θέση να συμβαδίζουν με τις εποχές. Αυτός που εργάζεται υπό τη θεϊκή φύση αντιπροσωπεύει τον Θεό, ενώ εκείνοι που εργάζονται υπό την ανθρώπινη φύση είναι άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό. Δηλαδή, ο ενσαρκωμένος Θεός είναι ουσιαστικά διαφορετικός από τους ανθρώπους που χρησιμοποιεί ο Θεός. Ο ενσαρκωμένος Θεός είναι σε θέση να κάνει το έργο της θεϊκής φύσης, ενώ οι άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τον Θεό δεν είναι. Στην αρχή κάθε εποχής, το Πνεύμα του Θεού μιλά προσωπικά για να ξεκινήσει τη νέα εποχή και να φέρει τον άνθρωπο σε μια νέα αρχή. Όταν τελειώσει την ομιλία, αυτό σημαίνει ότι το έργο του Θεού μέσα στη θεϊκή φύση Του ολοκληρώνεται. Στη συνέχεια, όλοι ακολουθούν την καθοδήγηση εκείνων που χρησιμοποιεί ο Θεός για να εισέλθουν στην εμπειρία της ζωής τους. Κατά τον ίδιο τρόπο, αυτό είναι και το στάδιο στο οποίο ο Θεός φέρνει τον άνθρωπο στη νέα εποχή και δίνει σε όλους ένα νέο σημείο εκκίνησης. Έτσι, ολοκληρώνεται το έργο του Θεού στη σάρκα.

Ο Θεός δεν έρχεται στη γη για να οδηγήσει στην τελείωση την κανονική ανθρώπινη φύση Του. Δεν έρχεται να κάνει το έργο της κανονικής ανθρώπινης φύσης, αλλά μόνο να κάνει το έργο της θεϊκής φύσης στην κανονική ανθρώπινη φύση. Αυτό που ο Θεός εννοεί μιλώντας για την κανονική ανθρώπινη φύση, δεν είναι αυτό που ο άνθρωπος φαντάζεται ότι είναι. Ο άνθρωπος ορίζει την «κανονική ανθρώπινη φύση» ως το να έχει κάποιος έναν σύζυγο ή μια σύζυγο και γιους και κόρες. Αυτά είναι απόδειξη ότι κάποιος είναι κανονικός. Αλλά ο Θεός δεν το βλέπει με αυτό τον τρόπο. Θεωρεί ότι η κανονική ανθρώπινη φύση έχει κανονικές ανθρώπινες σκέψεις, κανονικές ανθρώπινες ζωές και ότι γεννιέται από κανονικούς ανθρώπους. Αλλά η κανονικότητά Του δεν περιλαμβάνει την ύπαρξη συζύγου και παιδιών όπως ο άνθρωπος το κατανοεί. Δηλαδή, στον άνθρωπο, η κανονική ανθρώπινη φύση για την οποία ο Θεός μιλάει, είναι αυτό που θα θεωρούσε ο άνθρωπος ως απουσία της ανθρώπινης φύσης, σχεδόν χωρίς συναισθήματα και φαινομενικά στερημένη από σαρκικές ανάγκες, ακριβώς όπως ο Ιησούς, ο οποίος είχε μόνο το εξωτερικό περίβλημα και την εμφάνιση ενός κανονικού ατόμου, αλλά στην ουσία δεν διέθετε εντελώς όλα όσα θα έπρεπε να διαθέτει ένα κανονικό άτομο. Από αυτό μπορεί να φανεί ότι η ενσαρκωμένη ουσία του Θεού δεν περικλείει το σύνολο της κανονικής ανθρώπινης φύσης, αλλά μόνο ένα μέρος των πραγμάτων με τα οποία θα πρέπει να είναι εξοπλισμένοι οι άνθρωποι, προκειμένου να στηρίξουν τις συνήθειες της κανονικής ανθρώπινης ζωής και να διατηρήσουν τις κανονικές ανθρώπινες δυνάμεις της λογικής. Αλλά αυτά τα πράγματα δεν έχουν καμία σχέση με αυτό που ο άνθρωπος θεωρεί ως κανονική ανθρώπινη φύση. Είναι αυτά που θα πρέπει να κατέχει ο ενσαρκωμένος Θεός. Υπάρχουν, όμως, εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο ενσαρκωμένος Θεός μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει κανονική ανθρώπινη φύση μόνο αν έχει γυναίκα, γιους και κόρες, οικογένεια. Χωρίς αυτά τα πράγματα, λένε, δεν είναι κανονικός άνθρωπος. Σε ρωτάω λοιπόν: «Έχει ο Θεός γυναίκα; Είναι δυνατόν ο Θεός να έχει σύζυγο; Μπορεί ο Θεός να έχει παιδιά;» Δεν είναι αυτά πλάνες; Ωστόσο, ο ενσαρκωμένος Θεός δεν μπορεί να ξεπηδήσει από μια ρωγμή ανάμεσα σε βράχους ή να πέσει από τον ουρανό. Μπορεί μόνο να γεννηθεί σε μια κανονική ανθρώπινη οικογένεια. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έχει γονείς και αδελφές. Αυτά είναι τα πράγματα που θα πρέπει να έχει η κανονική ανθρώπινη φύση του ενσαρκωμένου Θεού. Αυτή ήταν η περίπτωση του Ιησού. Ο Ιησούς είχε πατέρα και μητέρα, αδελφές και αδελφούς. Όλα αυτά ήταν φυσιολογικά. Αλλά εάν είχε γυναίκα, γιους και κόρες, τότε η κανονική ανθρώπινη φύση Του δεν θα ήταν αυτή που ο Θεός προόριζε για τον ενσαρκωμένο Θεό. Αν συνέβαινε αυτό, δεν θα ήταν σε θέση να εργαστεί για λογαριασμό της θεϊκής φύσης. Ακριβώς επειδή δεν είχε σύζυγο ή παιδιά, παρόλο που γεννήθηκε από κανονικούς ανθρώπους σε μια κανονική οικογένεια, ήταν σε θέση να κάνει το έργο της θεϊκής φύσης. Για να διευκρινιστεί περαιτέρω, αυτό που ο Θεός θεωρεί κανονικό άτομο είναι ένα άτομο που γεννήθηκε σε μια κανονική οικογένεια. Μόνο ένα τέτοιο άτομο έχει τα προσόντα να εκτελέσει θεϊκό έργο. Εάν, αντίθετα, το άτομο είχε μια σύζυγο, παιδιά ή έναν σύζυγο, αυτός ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να εκτελέσει θείο έργο, επειδή θα είχε μόνο την κανονική ανθρώπινη φύση που απαιτούν οι άνθρωποι, αλλά όχι αυτή που απαιτεί ο Θεός. Αυτό που ο Θεός σκέφτεται και αυτό που καταλαβαίνουν οι άνθρωποι, συχνά είναι εντελώς διαφορετικά, τα χωρίζει χαοτική απόσταση. Σε αυτό το στάδιο του έργου του Θεού, υπάρχουν πολλά που αντιβαίνουν και διαφέρουν πολύ από τις έννοιες των ανθρώπων. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτό το στάδιο του έργου του Θεού συνίσταται εξ ολοκλήρου από την θεϊκή φύση που εργάζεται έχοντας ενεργό ρόλο, με την ανθρώπινη φύση να διαδραματίζει υποστηρικτικό ρόλο. Επειδή ο Θεός έρχεται στη γη για να εκτελέσει ο ίδιος το έργο Του, αντί να επιτρέψει στον άνθρωπο να αναμιχθεί, αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ενσαρκώνει τον εαυτό Του (σε έναν ατελή, κανονικό άνθρωπο) για να επιτελέσει το έργο Του. Επωφελείται από αυτήν την ενσάρκωση για να παρουσιάσει στην ανθρωπότητα μια νέα εποχή, να πει στην ανθρωπότητα για το επόμενο βήμα του έργου Του και να της ζητήσει να την κάνει πράξη ακολουθώντας την πορεία που περιγράφεται στα λόγια Του. Έτσι, ο Θεός ολοκληρώνει το έργο Του στη σάρκα και ετοιμάζεται να αφήσει την ανθρωπότητα, χωρίς να κατοικεί πλέον στη σάρκα της κανονικής ανθρώπινης φύσης· αντιθέτως, απομακρύνεται από τον άνθρωπο για να προχωρήσει σε ένα άλλο τμήμα του έργου Του. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας ανθρώπους που επιθυμούν την καρδιά Του, συνεχίζει το έργο Του στη γη μεταξύ αυτής της ομάδας ανθρώπων, αλλά στην ανθρώπινη φύση τους.

Ο ενσαρκωμένος Θεός δεν μπορεί να παραμείνει με τον άνθρωπο για πάντα, επειδή ο Θεός έχει πολύ περισσότερο έργο να επιτελέσει. Δεν μπορεί να δεσμευτεί στη σάρκα. Πρέπει να αποβάλλει τη σάρκα για να κάνει το έργο που χρειάζεται να κάνει, παρόλο που κάνει αυτό το έργο με την εικόνα της σάρκας. Όταν ο Θεός έρχεται στη γη, δεν περιμένει μέχρι να φτάσει στη μορφή που ένας κανονικός άνθρωπος θα πρέπει να έχει προτού πεθάνει, ώστε να αφήσει την ανθρωπότητα. Ανεξάρτητα από την ηλικία της σάρκας Του, όταν τελειώσει το έργο Του, φεύγει και αφήνει τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει ηλικία γι’ Αυτόν, δεν μετράει τις ημέρες που Του απομένουν σύμφωνα με τα ανθρώπινα χρόνια. Αντίθετα, τελειώνει τη ζωή Του στη σάρκα σύμφωνα με τα στάδια του έργου Του. Μπορεί να υπάρχουν εκείνοι που αισθάνονται ότι ο Θεός, όταν ενσαρκώνεται, πρέπει να αναπτυχθεί μέχρι ένα συγκεκριμένο στάδιο, να γίνει ένας ενήλικας, να φτάσει στα γηρατειά και να φύγει μόνο όταν αχρηστευτεί αυτό το σώμα. Αυτή είναι η πεποίθηση του ανθρώπου. Ο Θεός δεν λειτουργεί έτσι. Ενσαρκώνεται μόνο για να κάνει το έργο που υποτίθεται ότι πρέπει να κάνει και όχι για να ζήσει τη ζωή ενός συνηθισμένου ανθρώπου, να γεννηθεί από γονείς, να μεγαλώσει, να φτιάξει οικογένεια και να ξεκινήσει μια σταδιοδρομία, να αποκτήσει παιδιά ή να βιώσει τα σκαμπανεβάσματα της ζωής — όλες τις δραστηριότητες ενός συνηθισμένου ανθρώπου. Όταν ο Θεός έρχεται στη γη, το Πνεύμα του Θεού ενδύεται τη σάρκα και ενσαρκώνεται, αλλά ο Θεός δεν ζει τη ζωή ενός συνηθισμένου ανθρώπου. Έρχεται μόνο για να ολοκληρώσει ένα μέρος από το σχέδιο της διαχείρισης Του. Μετά από αυτό, θα αφήσει την ανθρωπότητα. Όταν ενσαρκώνεται, το Πνεύμα του Θεού δεν οδηγεί την κανονική ανθρώπινη φύση της σάρκας στην τελείωση. Αντίθετα, σε μια εποχή που ο Θεός έχει προκαθορίσει, η θεϊκή φύση δουλεύει άμεσα. Κατόπιν, αφού κάνει όλα αυτά που χρειάζεται να κάνει και ολοκληρώσει πλήρως τη διακονία Του, το έργο του Πνεύματος του Θεού ολοκληρώνεται σε αυτό το στάδιο, οπότε και τελειώνει και η ζωή του ενσαρκωμένου Θεού, ανεξάρτητα από το αν το σαρκίο του σώματός Του έχει εξαντλήσει τη μακροβιότητά του. Δηλαδή, ανεξάρτητα από το στάδιο της ζωής που φτάνει το σαρκικό σώμα, για όσο ζει στη γη, όλα αποφασίζονται από το έργο του Πνεύματος. Δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ο άνθρωπος θεωρεί κανονική ανθρώπινη φύση. Ας πάρουμε τον Ιησού ως παράδειγμα. Ζούσε στη σάρκα για τριάντα τρία και μισό χρόνια. Όσον αφορά τη διάρκεια ζωής ενός ανθρώπινου σώματος, Εκείνος δεν θα έπρεπε να είχε πεθάνει σε αυτή την ηλικία και δεν θα έπρεπε να είχε φύγει. Αλλά αυτό δεν ήταν κάτι που απασχολούσε το Πνεύμα του Θεού στο ελάχιστο. Το έργο Του τελείωσε, οπότε, σ’ εκείνο το σημείο, το σώμα απομακρύνθηκε και εξαφανίστηκε μαζί με το Πνεύμα. Αυτή είναι η αρχή με την οποία ο Θεός δουλεύει στη σάρκα. Και έτσι, για την ακρίβεια, ο ενσαρκωμένος Θεός δεν διαθέτει κανονική ανθρώπινη φύση. Για να το επαναλάβω, δεν έρχεται στη γη για να ζήσει τη ζωή ενός συνηθισμένου ανθρώπου. Δεν δημιουργεί πρώτα μια κανονική ανθρώπινη ζωή και στη συνέχεια αρχίζει να εργάζεται. Αντίθετα, εφόσον γεννήθηκε σε μια κανονική ανθρώπινη οικογένεια, είναι σε θέση να επιτελέσει θείο έργο. Είναι απαλλαγμένος από κάθε ίχνος ανθρώπινων προθέσεων, δεν είναι εξαρτημένος από τη σάρκα και σίγουρα δεν υιοθετεί τους τρόπους της κοινωνίας ούτε ασχολείται με τις σκέψεις ή τις ιδέες του ανθρώπου, πόσο μάλλον συνδέεται με τις φιλοσοφίες ζωής του ανθρώπου. Αυτό είναι το έργο που ο ενσαρκωμένος Θεός προτίθεται να κάνει και είναι, επίσης, η πρακτική σημασία της ενσάρκωσής Του. Ο Θεός ενσαρκώνεται κυρίως για να επιτελέσει ένα στάδιο του έργου που πρέπει να γίνει στη σάρκα, χωρίς να υποβληθεί σε άλλες ασήμαντες διαδικασίες, ενώ, όσον αφορά τις εμπειρίες ενός συνηθισμένου ανθρώπου, δεν τις έχει. Το έργο που χρειάζεται να κάνει ο ενσαρκωμένος Θεός δεν περιλαμβάνει κανονικές ανθρώπινες εμπειρίες. Έτσι, ο Θεός ενσαρκώνεται για χάρη της ολοκλήρωσης του έργου που πρέπει να επιτελέσει στη σάρκα. Τα υπόλοιπα δεν έχουν καμία σχέση με Αυτόν. Δεν περνά μέσα από πολλές ασήμαντες διαδικασίες. Μόλις ολοκληρώσει το έργο Του, τελειώνει και η σημασία της ενσάρκωσής Του. Η ολοκλήρωση αυτού του σταδίου σημαίνει ότι το έργο που χρειαζόταν να κάνει στη σάρκα έχει ολοκληρωθεί και η διακονία της σάρκας Του έχει εκπληρωθεί. Αλλά δεν μπορεί να συνεχίσει να εργάζεται ενσαρκωμένος επ’ αόριστον. Πρέπει να προχωρήσει σε άλλον τόπο να εργαστεί, έναν χώρο έξω από τη σάρκα. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί το έργο Του να γίνει πληρέστερο και να διευρυνθεί καλύτερα. Ο Θεός εργάζεται σύμφωνα με το αρχικό Του σχέδιο. Τι έργο χρειάζεται να κάνει και τι έργο έχει ολοκληρώσει, το γνωρίζει τόσο καλά όσο και την παλάμη του χεριού Του. Ο Θεός οδηγεί κάθε άτομο να βαδίσει ένα μονοπάτι που έχει ήδη προκαθορίσει. Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτό. Μόνο αυτοί που ακολουθούν την καθοδήγηση του Πνεύματος του Θεού θα μπορούν να εισέλθουν στην ανάπαυση. Ίσως, στο μεταγενέστερο έργο, δεν θα χρειαστεί ο Θεός να μιλάει μέσω σάρκας για να καθοδηγήσει τον άνθρωπο, αλλά ένα Πνεύμα με απτή μορφή θα καθοδηγεί τη ζωή του ανθρώπου. Μόνο τότε ο άνθρωπος θα μπορέσει να αγγίξει με τα χέρια του τον Θεό, να δει τον Θεό και να εισέλθει πληρέστερα στην πραγματικότητα που ο Θεός απαιτεί, ώστε να οδηγηθεί στην τελείωση από τον πρακτικό Θεό. Αυτό είναι το έργο που ο Θεός προτίθεται να ολοκληρώσει, αυτό που έχει προγραμματίσει εδώ και καιρό. Από αυτό, θα πρέπει όλοι εσείς να δείτε τη διαδρομή που θα πρέπει να ακολουθήσετε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου